Ένα παλιό (και ίσως ακόμα χρήσιμο) ιατρικό βιβλίο

Το καλοκαίρι του 1991 εκδόθηκε ένα τρίτομο βιβλίο 3169 σελίδων με τίτλο “Καρδιακές Παθήσεις”. Οι επιμελητές της έκδοσης (“editors”) ήσαν οι καθηγητές Παύλος Τούτουζας (1935-2021) και Χαρίσιος Μπουντούλας. Η έκδοση του βιβλίου ήταν από μόνη της ένα εκδοτικό κατόρθωμα επειδή αποτέλεσε προϊόν συλλογικής προσπάθειας – ένα φιλόδοξο σύγγραμμα γραμμένο από πολλούς έμπειρους ιατρούς και ερευνητές. Ήταν, δηλαδή, ένα πραγματικό “multi author textbook”, πράγμα ασυνήθιστο μέχρι τότε στη χώρα μας. Επίσης, στο τέλος κάθε τόμου υπήρχε αλφαβητικό “Ευρετήριο”. Τέτοιο ευρετήριο έχουν τις τελευταίες πολλές δεκαετίες όλα τα επιστημονικά και ιατρικά βιβλία στην Αγγλική γλώσσα. Ονομάζεται “Index” και είναι πολύ χρήσιμο για τον αναγνώστη ή μελετητή του περιεχομένου του βιβλίου. Ο αείμνηστος καθηγητής Τούτουζας αποτελούσε για πολλά χρόνια ένα είδος πρύτανη της Καρδιολογίας, και πολλοί ασθενείς από όλη τη χώρα επιζητούσαν τη γνώμη του και τη συμβουλή του για το καρδιολογικό τους πρόβλημα. Είχε ανδρωθεί κλινικώς και επιστημονικώς στην Καρδιολογική Κλινική του “Ιπποκρατείου” νοσοκομείου της Αθήνας – τη μοναδική για πολλά χρόνια έδρα της Καρδιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών – και η κλινική του πείρα ήταν πολύ μεγάλη. Θυμάμαι ότι στα φοιτητικά μου χρόνια είχα διαβάσει τις “σημειώσεις Τούτουζα” για να προετοιμαστώ σωστά για τις προφορικές εξετάσεις στο μάθημα της Καρδιολογίας στα τέλη της δεκαετίας του 1960. Ο καθηγητής Μπουντούλας είναι ένας ιδιαιτέρως προικισμένος γιατρός, που το 1975 μετανάστευσε στις ΗΠΑ. Στη συνέχεια, η επιστημονική του καταξίωση και πορεία ήσαν απολύτως εντυπωσιακές: καθηγητής Καρδιολογίας και Φαρμακευτικής στο πολιτειακό πανεπιστήμιο “The Ohio State University” στο Columbus του Ohio, σπουδαίος ερευνητής και συγγραφέας πληθώρας επιστημονικών άρθρων και βιβλίων, σημαντικός υποστηρικτής της Ελληνικής Ιατρικής και της Ελληνικής Καρδιολογίας, και συγχρόνως δραστήριος παράγοντας της Ελληνικής Διασποράς. Φαίνεται ότι ήταν μάλλον αυτός που είχε προτείνει στον συνομήλικό του καθηγητή Τούτουζα, στα τέλη της δεκαετίας του 1980, την έκδοση του βιβλίου “Καρδιακές Παθήσεις” (1991) που αποτέλεσε ιστορικώς το πρώτο σύγγραμμα Καρδιολογίας στην Ελληνική γλώσσα.

Ο καθηγητής Τούτουζας είχε αναθέσει την οργάνωση και την επίβλεψη της συγγραφής των κεφαλαίων για την ενότητα των Συγγενών Καρδιοπαθειών στην αείμνηστη Δανάη Ίκκου (1924-2012). Η Ίκκου ήταν μια ευφυής, καλλιεργημένη και δυναμική γυναίκα. Πάνω απ’ όλα, όμως, ήταν μια πρωτοπόρος Ελληνίδα ιατρός. Ειδικεύτηκε στην Παιδοκαρδιολογία και στη συνέχεια εργάστηκε ως παιδοκαρδιολόγος στο περίφημο “Karolinska Hospital” της Σουηδίας από το 1952 έως το 1961-1962, οπότε μαζί με τον σύζυγό της – τον αείμνηστο διαπρεπή ενδοκρινολόγο Διονύση Ίκκο (1921-1993) – επέστρεψε οριστικώς στην Ελλάδα. Η Ίκκου εισήγαγε, καθιέρωσε και δίδαξε στην Ελλάδα την πολύ σημαντική εκείνη την εποχή διαγνωστική μέθοδο του καρδιακού καθετηριασμού από τη θέση της ως διευθύντρια του παιδοκαρδιολογικού τμήματος και του αιμοδυναμικού εργαστηρίου του Γενικού Νοσοκομείου “Άγιος Παντελεήμων” στη Νίκαια της Αττικής από το 1961 έως το 1984, οπότε παραιτήθηκε από τη θέση της για «προσωπικούς λόγους». Η Ίκκου, λοιπόν, ανέθεσε τη συγγραφή των σχετικών κεφαλαίων αποκλειστικώς σε μαθητές και συνεργάτες της. Ανέθεσε και σε εμένα τη συγγραφή τριών κεφαλαίων, παρόλο που δεν είχα υπάρξει μαθητής ή συνεργάτης της. Αισθάνομαι πάντα ευγνωμοσύνη για εκείνη την τιμή και για την εμπιστοσύνη της. Η Δανάη Ίκκου διάβασε τα κείμενά μου και δεν έκανε αλλαγές ή τροποποιήσεις. Επίσης, σεβάστηκε την επιθυμία μου να εμφανίζεται το όνομά μου στο βιβλίο όπως ακριβώς το είχα ζητήσει: “Δημήτρης Α. Δασκαλόπουλος”. Μερικούς μήνες πριν από την κυκλοφορία της δεύτερης έκδοσης αυτού του βιβλίου το 2001, μου τηλεφώνησε ο αείμνηστος Μιχάλης Θ. Μηλίγκος (1929-2019) – ο πιστός και αφοσιωμένος μαθητής και συνεργάτης της Δανάης Ίκκου – ζητώντας μου να συμβάλω και στη νέα έκδοση του βιβλίου. Αρνήθηκα ευγενικά, επειδή διαφωνούσα με τη φιλοσοφία της νέας έκδοσης που είχε οδηγήσει σε κακές, όπως πίστευα, επιλογές συγγραφέων για την ενότητα των Συγγενών Καρδιοπαθειών. Ατυχώς, παρά την πάροδο είκοσι ενός (21) ετών από τη δεύτερη έκδοσή του, δεν έχει υπάρξει νέα έκδοση του βιβλίου “Καρδιακές Παθήσεις”.

Διαβάστε στους παρακάτω συνδέσμους (links) τα τρία κεφάλαια του βιβλίου που είχα γράψει για την έκδοση του 1991. Αν και έχουν περάσει τριάντα ένα (31) χρόνια από τότε, νομίζω ότι μπορούν να είναι ακόμα χρήσιμα για τον ανήσυχο και περίεργο καρδιολόγο, ή παιδοκαρδιολόγο, ή καρδιοχειρουργό. Πολλά έχουν αλλάξει από τότε, ιδίως στον τομέα της θεραπείας των συγκεκριμένων συγγενών καρδιοπαθειών. Ποιος άραγε χρησιμοποιεί τώρα πια διγοξίνη (digoxin) για την καρδιακή ανεπάρκεια στα βρέφη και τα παιδιά;… Ωστόσο, η αναλυτική προσέγγισή μου των σημαντικών τομέων της “μορφολογίας”, της “παθοφυσιολογίας”, των “κλινικών εκδηλώσεων” και της “διάγνωσης” – ακόμα και της ιστορικής εισαγωγής αυτών των καρδιοπαθειών – θέλω να ελπίζω ότι είναι ακόμα χρήσιμη. Και τα τρία κείμενα προσφέρονται για αναζήτηση (είναι, δηλαδή, “searchable”). Θα παρατηρήσετε, μάλλον, ότι το κυρίαρχο πνεύμα – και μήνυμα – στον τομέα της “διάγνωσης” σε εκείνα τα κείμενά μου ήταν απολύτως αντίστοιχο με το πνεύμα που άσκησα την Παιδοκαρδιολογία από το 1987 που επέστρεψα στην Ελλάδα μέχρι και σήμερα: η διάγνωση των συγγενών καρδιοπαθειών μπορεί και πρέπει να γίνεται, στη μεγάλη πλειονότητα των περιπτώσεων, με τη μέθοδο της ηχοκαρδιογραφίας (“echocardiography”) που στα Ελληνικά αποδίδεται συχνά με τον απολύτως κακόηχο όρο “τρίπλεξ καρδίας”.

Ο καρδιακός καθετηριασμός πρέπει να χρησιμοποιείται σχεδόν αποκλειστικώς για θεραπευτικούς σκοπούς, και μόνο σε ορισμένες ειδικές περιπτώσεις ως μέθοδος διάγνωσης. Είναι αδιανόητο να χρησιμοποιείται στη σημερινή εποχή (και πάντως μετά το 1980) ως το κύριο διαγνωστικό εργαλείο στις συγγενείς καρδιοπάθειες – ως εξέταση ρουτίνας δηλαδή – και κάποτε ακόμα και για εντελώς αδικαιολόγητους (ή ανομολόγητους) σκοπούς. Σήμερα, αν η διάγνωση μιας καρδιοπάθειας στα παιδιά και τους εφήβους δεν μπορεί να είναι ακριβής και πλήρης με την ηχοκαρδιογραφία, χρήσιμες συμπληρωματικές διαγνωστικές μέθοδοι αποτελούν η καρδιακή αξονική τομογραφία (CT) και πιο συχνά η καρδιακή μαγνητική τομογραφία (CMR).

Θα παρατηρήσετε, επίσης, ότι ο τίτλος ενός από τα τρία κεφάλαια που έγραψα τότε είναι «μεσοκοιλιακή επικοινωνία». Αυτός ήταν ο τίτλος που μού είχε δοθεί, αυτόν τον τίτλο χρησιμοποιούσαν γιατροί, ασθενείς και γονείς ασθενών – και ατυχώς πολλοί εξακολουθούν να χρησιμοποιούν – για να αποδώσουν στην Ελληνική γλώσσα αυτό που στα Αγγλικά ονομάζουμε ventricular septal defect". O όρος που εγώ και άλλοι χρησιμοποιούμε πλέον είναι «μεσοκοιλιακό έλλειμμα». Αυτός ο όρος ορθώς μεταφέρει την πληροφορία ότι υπάρχει κάποια συγκεκριμένη καρδιακή ανωμαλία, με συγκεκριμένα ανατομικά χαρακτηριστικά. Αντιθέτως η αναφορά στην παθοφυσιολογία (δηλαδή ο όρος «μεσοκοιλιακή επικοινωνία») είναι λανθασμένος, κυρίως διότι υπονοεί μία μόνο συγκεκριμένη καρδιακή ανωμαλία – ενώ στην πραγματικότητα υπάρχουν πολλοί διαφορετικοί τύποι μεσοκοιλιακών ελλειμμάτων. Το πρωταρχικό πρόβλημα είναι πάντοτε το «έλλειμμα», η καρδιακή ανωμαλία, το ανατομικό ελάττωμα (“defect”). Το ίδιο, φυσικά, ισχύει και για άλλα συγγενή καρδιακά ελλείμματα. Δεν θα πρέπει, για παράδειγμα, να λέμε «μεσοκολπική επικοινωνία» αλλά «μεσοκολπικό έλλειμμα».

7 Ιουνίου 2022


Ακολουθήστε μας στο facebook (επαγγελματική σελίδα)

Ακολουθήστε μας στο facebook (προσωπική σελίδα)

Ακολουθήστε μας στο twitter