Ιατρική (μη-χειρουργική) θεραπεία
Δεν χρειάζονται όλα τα παιδιά με συγγενείς καρδιοπάθειες θεραπεία. Μερικά μπορεί να χρειάζονται μόνο παρακολούθηση, δηλαδή να παρατηρούνται και να επισκέπτονται τον καρδιολόγο τους. Σε άλλες περιπτώσεις, μπορεί να χρειαστεί εγχείρηση ή καρδιακός καθετηριασμός για να ελαττώσει τις επιδράσεις του καρδιακού ελαττώματος ή για να το επιδιορθώσει. Τα βρέφη και τα παιδιά με συγγενείς καρδιοπάθειες που θα χρειαστούν είτε χειρουργική ή παρεμβατική (με καθετηριασμό) θεραπεία μπορούν να αναπτύξουν καταστάσεις που αντιμετωπίζονται με ιατρική (μη χειρουργική) θεραπεία.
Υπάρχουν πολλές ιατρικές θεραπείες για να βοηθήσουν την καρδιά να εργαστεί όσο καλύτερα μπορεί. Μερικές φορές εμφανίζονται πολλαπλές καταστάσεις στο ίδιο παιδί και κάθε μία από αυτές μπορεί να χρειαστεί θεραπεία με φάρμακο. Στη συνέχεια θα διαβάσετε έναν κατάλογο συνήθων καταστάσεων που μπορούν να αναπτυχθούν σε παιδιά με συγγενείς καρδιοπάθειες και που μπορεί να χρειαστούν ιατρική θεραπεία:
Συμφορητική Καρδιακή Ανεπάρκεια. Ο σκοπός της καρδιάς είναι να αντλεί αίμα προς το σώμα προκειμένου να το θρέψει. Καρδιακή ανεπάρκεια δεν σημαίνει ότι η καρδιά έχει σταματήσει να δουλεύει, αλλά ακριβώς ότι δεν είναι ικανή να αντλεί αρκετό αίμα για να ανταποκριθεί στις ανάγκες του σώματος. Αυτό μπορεί να συμβεί όταν ο ίδιος ο καρδιακός μυς είναι πιο αδύναμος από το φυσιολογικό ή όταν υπάρχει ένα ελάττωμα στην καρδιά που εμποδίζει το αίμα να βγει έξω προς την κυκλοφορία. Όταν η καρδιά δεν κυκλοφορεί το αίμα φυσιολογικά, οι νεφροί δέχονται λιγότερο αίμα και φιλτράρουν (διυλίζουν) και απομακρύνουν μικρότερη ποσότητα υγρών έξω από την κυκλοφορία και προς τα ούρα. Η επιπλέον ποσότητα υγρών στην κυκλοφορία συσσωρεύεται στους πνεύμονες, στο σηκώτι, γύρω από τα μάτια, και μερικές φορές στα πόδια. Αυτό ονομάζεται «συμφόρηση» υγρών και για αυτόν τον λόγο οι γιατροί ονομάζουν αυτήν την κατάσταση «συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια».
Τα μεγαλύτερα παιδιά με συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια μπορεί να είναι κουρασμένα και να έχουν πρόβλημα στο να παρακολουθήσουν τους φίλους τους στους τόπους παιγνιδιού (π.χ. γήπεδο, πισίνα, κτλ) και να μη μπορούν να κάνουν όσα κάνουν αυτοί. Τα βρέφη με συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια συνήθως έχουν συμπτώματα στη διάρκεια της σίτισης, δηλαδή ενοχλήματα όπως εφίδρωση, γρήγορη αναπνοή και κούραση. Επιπροσθέτως, αυτά τα βρέφη μπορεί να μην κερδίζουν βάρος καλά. Αυτά τα συμπτώματα οφείλονται σε συσσώρευση υγρών στους πνεύμονες. Παιδιά και βρέφη με συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια μπορεί να έχουν, επίσης, συσσώρευση υγρών και στο υπόλοιπο σώμα με αποτέλεσμα πρήξιμο στους αστραγάλους, στα πόδια ή γύρω από τα μάτια.
Φάρμακα που ονομάζονται «διουρητικά», π.χ., furosemide, βοηθούν να απαλλαγεί κάποιος από την επιπλέον ποσότητα υγρών με το να αυξάνουν την ούρηση. Για να βοηθηθεί το σώμα να απαλλαγεί από τα επιπλέον υγρά, μερικές φορές μπορεί να είναι αναγκαία μια δίαιτα με χαμηλή ποσότητα αλατιού. Φάρμακα που χαλαρώνουν τα αγγεία του αίματος (π.χ., captopril, enalapril) μπορεί να χρησιμοποιηθούν μερικές φορές για να γίνει ευκολότερο το έργο της καρδιάς που αντλεί το αίμα. Ένα άλλο φάρμακο, το digoxin, μπορεί να βοηθήσει την καρδιά να συσπάται με μεγαλύτερη δύναμη.
Προβλήματα Καρδιακού Ρυθμού. Φυσιολογικά, η καρδιακή συχνότητα (δηλαδή ο αριθμός των καρδιακών χτύπων ανά λεπτό της ώρας) ποικίλει αναλόγως με την ηλικία και τη δραστηριότητα του παιδιού. Ο όρος «αρρυθμία» αναφέρεται σε παθολογικά γρήγορες ή αργές καρδιακές συχνότητες και σε ακανόνιστους καρδιακούς ρυθμούς. Οι αρρυθμίες συνήθως διαγιγνώσκονται (ανακαλύπονται) με ένα ηλεκτροκαρδιογράφημα (ΗΚΓ).
Μια καρδιακή συχνότητα που είναι γρηγορότερη από το φυσιολογικό ονομάζεται ταχυκαρδία. Μια καρδιακή συχνότητα που είναι αργότερη από το φυσιολογικό ονομάζεται βραδυκαρδία. Είτε η ταχυκαρδία ή η βραδυκαρδία μπορεί να ελαττώσουν την ικανότητα άντλησης της καρδιάς και μπορεί να χρειαστούν θεραπεία. Μερικές φορές η ταχυκαρδία οφείλεται σε μια ανωμαλία των ηλεκτρικών κυκλωμάτων της καρδιάς, ενώ άλλες φορές μπορεί να οφείλεται σε παθολογικά υψηλά επίπεδα αδραναλίνης όπως βλέπουμε, για παράδειγμα, μετά από εγχείρηση.
Φάρμακα γνωστά ως «β-αναστολείς» (beta-blockers), όπως propranolol και atenolol, χρησιμοποιούνται για την πρόληψη της ταχυκαρδίας ή, τουλάχιστον, για να επιβραδύνουν την καρδιακή συχνότητα ώστε να προλάβουν συμπτώματα ή προβλήματα. Το digoxin μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί για να προλάβει ορισμένα είδη ταχυκαρδιών.
Η βραδυκαρδία μπορεί να συνδέεται με ορισμένες συγγενείς καρδιοπάθειες ή μπορεί να αναπτυχθεί από μόνη της πριν από τη γέννηση η μετά από καρδιακή εγχείρηση. Σε μερικές περισσότερο σοβαρές περιπτώσεις και/ή αν η καρδιακή συχνότητα είναι πολύ αργή, μπορεί να χρειαστεί τοποθέτηση τεχνητού βηματοδότη.
Ακανόνιστοι χτύποι ή πρόωροι καρδιακοί χτύποι παρατηρούνται συχνά σε φυσιολογικά βρέφη και παιδιά. Μπορεί να σχετίζονται με συγγενή καρδιοπάθεια ή μπορεί να εμφανιστούν μετά από εγχείρηση. Ακανόνιστοι καρδιακοί χτύποι χωρίς σοβαρά γρήγορους ή αργούς ρυθμούς συνήθως δεν χρειάζονται θεραπεία.
Πνευμονική Υπέρταση. Μερικά παιδιά με συγγενή καρδιοπάθεια έχουν υψηλή πίεση αίματος στους πνεύμονές τους. Αυτό ονομάζεται «πνευμονική υπέρταση». Πολλές φορές μετά από την εγχείρηση που γίνεται για να διορθωθεί η συγγενής καρδιοπάθεια ή πίεση αίματος στους πνεύμονες γίνεται φυσιολογική. Σε άλλες περιπτώσεις η πίεση μπορεί να εξακολουθήσει να είναι υψηλότερη από το φυσιολογικό, κάνοντας έτσι δυσκολότερη τη δουλειά της καρδιάς ως αντλίας. Σε σπάνιες περιπτώσεις, η πίεση στους πνεύμονες μπορεί να είναι τόσο υψηλή που η εγχείρηση να είναι πολύ επικίνδυνη (με πολύ μεγάλο ρίσκο).
Οξυγόνο ή φάρμακα μπορεί να χρησιμοποιηθούν σε μια προσπάθεια για να προκληθεί χαλάρωση των πνευμονκών αγγείων και να ελαττωθεί η πίεση αίματος μετά την εγχείρηση ή όταν η εγχείρηση δεν είναι δυνατή.
Παρεμβατικοί Καρδιακοί Καθετηριασμοί. Σε μερικούς τύπους συγγενών καρδιοπαθειών, ένας παρεμβατικός (interventional) καρδιακός καθετηριασμός μπορεί να είναι μια πολύ αποτελεσματική θεραπεία για το καρδιακό ελάττωμα. Ο παρεμβατικός παιδοκαρδιολόγος χρησιμοποιεί ειδικούς τύπους καθετήρων (λεπτών πλαστικών σωλήνων) ή συσκευές σύγκλεισης που μπορούν να τοποθετηθούν στην καρδιά αφού πρώτα εισαχθούν στα αγγεία αίματος των ποδιών ή του λαιμού. Αυτοί οι ειδικοί καθετήρες και οι συσκευές δίνουν τη δυνατότητα να επιδιορθωθεί το καρδιακό ελάττωμα χωρίς να ανοιχτεί χειρουργικώς ο θώρακας και η καρδιά. Οι τύποι επιδιορθώσεων που μπορούν να γίνουν με αυτόν τον τρόπο περιλαμβάνουν το κλείσιμο μιας τρύπας στο τοίχωμα που χωρίζει τη δεξιά και την αριστερή πλευρά της καρδιάς, τη διεύρυνση ενός στενωμένου αγγείου ή μιας στενωτικής (σφιχτής) βαλβίδος, και τη σύγκλειση παθολογικά ανοιχτών αγγείων.
2 Φεβρουαρίου 2012
Ακολουθήστε μας στο facebook και στο twitter: