Ανεξαρτησία

Μιλάω εδώ για «ανεξαρτησία» με την ίδια έννοια που οι συνάδελφοί μου στο εξωτερικό μιλάνε για «αυτονομία» (autonomy). Η αρχή της ανεξαρτησίας του γιατρού είναι στενά συνδεδεμένη με τον αφορισμό “primum non nocere, δηλαδή με το θεμελιώδες ηθικό αξίωμα στην ιατρική να βοηθάμε και να μην βλάπτουμε ποτέ τον ασθενή. Θα έλεγα, μάλιστα, ότι αναγκαία προϋπόθεση για να είναι ο γιατρός συνεπής προς το αξίωμα είναι να παραμένει ανεξάρτητος. Από το 1992, εργάζομαι ως ελεύθερος επαγγελματίας, ως παιδοκαρδιολόγος του ιδιωτικού τομέα. Ωστόσο, προσπαθώ να παραμένω ανεξάρτητος. Ανεξάρτητος στην κρίση μου και στις αποφάσεις μου, και γενικότερα στον τρόπο που ασκώ το επάγγελμά μου. Ως ανεξάρτητος παιδοκαρδιολόγος, έχω την τύχη και το προνόμιο να επιλέγω τους συνεργάτες μου ιατρούς άλλων ειδικοτήτων (π.χ. καρδιοχειρουργούς) για τις ανάγκες των μικρών και μεγάλων ασθενών μου.

Πρέπει να διευκρινίσω ότι με τον όρο «ανεξαρτησία» εννοώ την άσκηση της ιατρικής βάσει ενδείξεων (evidence-based medicine). Εννοώ δηλαδή - και επιδιώκω πάντοτε - την επιλογή αυτού που είναι επιστημονικώς αποδεδειγμένο ότι είναι η κάλλιστη φροντίδα για τον ασθενή. Εννοώ, γενικότερα, την προσπάθεια από πληροφορημένους γιατρούς για αυτό που ο David Armstrong (καθηγητής ιατρικής και κοινωνιολογίας στο King’s College London) αναφέρει ως «διατήρηση της αυτονομίας του ιατρικού επαγγέλματος ως μίας συλλογικότητας μέσω της διάδοσης μιας θεραπευτικής λογικής». Δεν εννοώ την ανόητη διεκδίκηση από συνδικαλιστικούς, συντεχνιακούς ή επιχειρηματικούς κύκλους της «ανεξαρτησίας» των γιατρών, που παρακολουθούμε εδώ και πολλά χρόνια στον τόπο μας. Ένα τέτοιο κίνημα δεν είναι στην ουσία παρά η επιδίωξη της διατήρησης του status quo, η διεκδίκηση της ατομικής αυτονομίας χιλιάδων γιατρών, που γίνεται συχνά με προκάλυμμα μια ρητορική του τύπου «πρώτα οι ασθενείς», «οι ασθενείς στο επίκεντρο» κτλ. Δεν εννοώ την αντίσταση του ιατρικού επαγγέλματος σε εξωτερικούς περιορισμούς και παρεμβάσεις που εκδηλώνονται εν ονόματι του δημόσιου καλού. Δεν εννοώ την άρνηση από ομάδες συμφερόντων, συντεχνίες και συνδικαλιστές κάθε προσπάθειας για εξορθολογισμό, για λογοδοσία και αξιολόγηση. Αυτό που εννοώ και πιστεύω είναι ότι όσο πιο πολλοί γιατροί και όσο πιο συχνά πράττουν για τους ασθενείς αυτό που είναι επιστημονικώς ορθό, τόσο λιγότερη δικαιολογία θα υπάρχει για εξωτερικούς περιορισμούς και παρεμβάσεις. Όπως λέει και ο καθηγητής D. Armstrong, «η ιατρική βάσει ενδείξεων δίνει στο ιατρικό επάγγελμα τη δυνατότητα να αντισταθεί σε τουλάχιστον μερικές από τις προκλήσεις προς την παραδοσιακή του αυτονομία».

Είναι δύσκολο πράγμα η ανεξαρτησία, είναι δύσκολη η άσκηση της ιατρικής χωρίς δεσμεύσεις. Στον δημόσιο τομέα είναι περίπου ανέφικτη. Τα δημόσια νοσοκομεία στην πατρίδα μας ατυχώς σε θέλουν κυρίως έναν τυπικό δημόσιο υπάλληλο και πολύ λιγότερο έναν ικανό γιατρό. Υπάρχουν σε αυτά μερικοί γιατροί-διαμάντια. Όμως, το κλινικό τους έργο υπονομεύεται από την κακοδιοίκηση, τους «συνδικαλιστές», τους περιορισμούς σε ανθρώπινους και υλικούς πόρους, και τη γραφειοκρατία. Στα ιδιωτικά νοσοκομεία (δηλαδή νοσηλευτήρια που είναι επιχειρήσεις “for profit” και ανήκουν συνήθως σε «ομίλους» και «εισηγμένες») η ανεξαρτησία των γιατρών στην εφαρμογή του επιστημονικώς ορθού (evidence-based medicine) και η ελεύθερη επιλογή συνεργασιών είναι περίπου αδιανόητη, ενώ παραλλήλως ασκείται συνεχής πίεση για κέρδος, για περισσότερο κέρδος, και συχνά μόνο για κέρδος.

Η ανεξαρτησία δεν είναι μόνο δύσκολο πράγμα. Συχνά έχει και κόστος. Κάποτε συνεπάγεται και πόνο και διώξεις. Πριν πολλά χρόνια εργαζόμουν σε μεγάλο νοσοκομείο για παιδιά στην Αθήνα (ήμουν διευθυντής του καρδιολογικού τμήματος). Ήταν εποχή απόλυτης μετριότητας και σκανδαλώδους κομματισμού στη ζωή των δημόσιων νοσοκομείων. Η κατάσταση με την καρδιοχειρουργική σε βρέφη και παιδιά στο δημόσιο νοσοκομείο ήταν πολύ κακή. Τα αποτελέσματα των εγχειρήσεων ήσαν απαράδεκτα. Κατηγορήθηκα, λοιπόν, από συναδέλφους γιατρούς και διοικητικούς και πολιτικούς παράγοντες, αρχικώς ότι συνεργάζομαι με τον ιδιωτικό τομέα υγείας στην Αθήνα (για τις αναγκαίες εγχειρήσεις στους ασθενείς που παρακολουθούσα) και στη συνέχεια ότι παραπέμπω ασθενείς στο Λονδίνο για να χειρουργηθούν και μάλιστα από τον ίδιο χειρουργό. Ας σημειωθεί ότι ο «ίδιος χειρουργός» στο Λονδίνο που χειρουργούσε τους ασθενείς μου ήταν ο Professor Marc de Leval, ένας από τους καλύτερους παιδοκαρδιοχειρουργούς του κόσμου τότε. Είχε την αναγνώριση και τον σεβασμό της παγκόσμιας ιατρικής κοινότητας για αυτό που ήταν: ένας ταπεινός και αφοσιωμένος στον άρρωστο γιατρός, ένας χαρισματικός χειρουργός, ένας διάσημος ερευνητής και συγγραφέας, ένας δάσκαλος και μέντορας πολλών καρδιοχειρουργών, ένας συστηματικός μελετητής του ιατρικού και ανθρώπινου λάθους. Το ιατρικό κατεστημένο και οι φίλοι τους δεν μπορούσαν να αντιληφθούν και να δεχτούν ότι ήταν δυνατόν κάποιος να βοηθάει τους ασθενείς επειδή ήθελε να τους βοηθήσει. Σε εποχή που η βεβαίωση από διευθυντή δημόσιου νοσοκομείου για νοσηλεία στο εξωτερικό επωλείτο έναντι αδράς αμοιβής, δεν μπορούσαν να συγχωρήσουν την ανιδιοτελή συμπεριφορά για τον λόγο ότι απλώς «χάλαγε την πιάτσα». Δεν επιχαίρω με όσα δεινά ο χρόνος έχει επισωρεύσει, με όσες εξελίξεις έχουν μεσολαβήσει, με τη δική μου τυπική «δικαίωση». Ούτε  με την αναξιοπιστία και τελική χρεωκοπία της παιδοκαρδιοχειρουργικής στο δημόσιο νοσοκομείο. Ούτε με τα τόσα κακά που οι κατήγοροί μου και οι όμοιοί τους προκάλεσαν για πολλά χρόνια στη δημόσια υγεία και περίθαλψη. Ούτε, φυσικά, με την κατάρρευση, τον πόνο και τον φόβο της κοινωνίας σήμερα. Απλώς χαμογελάω και δακρύζω μαζί όταν οι ασθενείς που χειρουργήθηκαν τότε από τον Marc de Leval και οι οικογένειές τους δείχνουν την ευγνωμοσύνη τους στον γιατρό τους για το γεγονός ότι επέζησαν και είναι τώρα καλά. Επειδή ο γιατρός τους ήταν ανεξάρτητος. Επειδή ο γιατρός τους επέλεξε κάποτε να πράξει αυτό που ήταν επιστημονικώς αποδεδειγμένο ότι αποτελούσε την κάλλιστη φροντίδα για τους ασθενείς του. Επειδή ο γιατρός τους ασκούσε και τότε ιατρική βάσει ενδείξεων (evidence-based medicine).

Δημήτρης Δασκαλόπουλος

Δεκέμβριος 2013


Ακολουθήστε μας στο facebook και στο twitter: