Το σχολείο και η αγάπη για τα βιβλία
Μερικές σκέψεις με αφορμή την έναρξη της νέας σχολικής χρονιάς
Το γενικό ενδιαφέρον μου για την υγεία, τη ζωή και την ευτυχία των παιδιών με έχει κάνει να σκέφτομαι συχνά και για τα σχολεία. Δηλαδή, για τον χαρακτήρα και το περιεχόμενο των σπουδών στην πρωτοβάθμια και τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Πιστεύω, όπως και πολλοί άλλοι, ότι το σχολείο είναι μια σπουδαία ευκαιρία για μια πραγματική και σύγχρονη εκπαίδευση. Μια ευκαιρία για να διδαχτούν στα παιδιά και τους εφήβους γνώσεις, πληροφορίες και δεξιότητες, αλλά και για την αναγνώριση και ανάδειξη ειδικών μορφών ευφυΐας. Ο διεθνούς φήμης Αμερικανός ερευνητής Howard Gardner, γνωστικός ψυχολόγος (cognitive psychologist), συγγραφέας, και καθηγητής της γνωστικής λειτουργίας (cognition) και της εκπαίδευσης στη Μεταπτυχιακή Σχολή Εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου Harvard, έχει αναπτύξει στο βιβλίο του “Frames of Mind: The Theory of Multiple Intelligences” (1983) τη θεωρία των πολλαπλών ειδών ευφυΐας. Εισήγαγε και πρότεινε την έννοια ότι υπάρχουν πολλοί τρόποι – οκτώ ή περισσότεροι – για να είναι κάποιος ευφυής, και αμφισβήτησε την αξία προηγουμένων μονήρων μοντέλων αξιολόγησης της διανοητικής ικανότητας που βασίζονταν στο λεγόμενο “IQ (intelligence quotient) score”. Η θεωρία του επηρέασε ηγέτες της εκπαίδευσης και δασκάλους σε όλον τον κόσμο, και πολλές χώρες τον έχουν τιμήσει για το έργο του. Ατυχώς, το Ελληνικό σχολείο δεν φαίνεται να έχει διδαχτεί από την επαναστατική θεωρία του Howard Gardner, και συνεχίζει να αναγνωρίζει, να ενισχύει και να προάγει ως ευφυείς και «καλούς μαθητές» μόνο εκείνους που έχουν μία από τις δύο ευφυΐες (ανάμεσα στις οκτώ) που περιέγραψε ο Gardner: α/όσους είναι δυνατοί με τις λέξεις, τη γλώσσα και το γράψιμο, και β/όσους είναι δυνατοί στην ανάλυση προβλημάτων και στις μαθηματικές λειτουργίες. Είμαι, λοιπόν, βέβαιος ότι – για παράδειγμα – o Johann Sebastian Bach (1685-1750) και ο Wolfgang Amadeus Mozart (1756-1791) θα είχαν θεωρηθεί κακοί και ασήμαντοι μαθητές αν είχαν την ατυχία να φοιτήσουν σε Ελληνικό σχολείο. Στην καλύτερη περίπτωση θα είχαν απλώς περάσει απαρατήρητοι.
Μπορεί κάποιος να πει ή να γράψει πολλά σχετικά με το περιεχόμενο των σχολικών σπουδών (curriculum). Περιορίζομαι εδώ σε λίγες σημαντικές παρατηρήσεις. Νομίζω, λοιπόν, ότι η κύρια αποστολή του σχολείου – πέρα από την αναγνώριση και την ανάδειξη όλων των ειδικών μορφών ευφυΐας ανάμεσα στους μαθητές – είναι να διδάξει σωστά τη Γλώσσα (δηλαδή «γραφή και ανάγνωση» που θα έλεγαν οι παλιοί), στοιχεία Μαθηματικών, και στοιχεία Επιστημών. Αυτά είναι τα θεμελιώδη, τα απολύτως απαραίτητα μαθήματα. Από εκεί και πέρα, το μάθημα της Ιστορίας πρέπει να διδάσκεται με εντελώς διαφορετικό τρόπο από τη σημερινή μέθοδο που συχνά οδηγεί στην αποστήθιση και στην “παπαγαλία”. Θα έλεγα ότι είναι εξαιρετικά δύσκολο έργο, μια αληθινή πρόκληση, η διδασκαλία της Ιστορίας σε παιδιά και εφήβους. Απαιτείται εκτός από νέες μεθόδους και μεγάλο ταλέντο και ειδικές δεξιότητες εκ μέρους των δασκάλων, δεδομένου ότι οι περισσότεροι άνθρωποι αρχίζουν να ενδιαφέρονται πραγματικά για θέματα Ιστορίας μετά την ηλικία των 30 ή 40 ετών. Η διδασκόμενη Ιστορία θα πρέπει να είναι Ιστορία όχι μόνο της χώρας μας αλλά και Ιστορία ολόκληρου του Κόσμου. Το μάθημα των “Θρησκευτικών” πρέπει να αποτελεί απλώς μέρος του μαθήματος της Ιστορίας. Και, φυσικά, το μάθημα της Ιστορίας δεν θα πρέπει να έχει σχέση με τα μαθήματα «εθνικής και ηθικής διαπαιδαγώγησης (ΕΗΔ)» που γνωρίσαμε όσοι υπηρετήσαμε στις Ελληνικές ένοπλες δυνάμεις στις περασμένες δεκαετίες. Τα σχολεία μας δεν είναι στρατός ούτε σχολεία θρησκευτικής προπαγάνδας! Απολύτως απαραίτητη πιστεύω ότι είναι και η διδασκαλία της Αγγλικής γλώσσας στα πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια σχολεία μας. Τα Αγγλικά δεν είναι στην εποχή μας απλώς μια «ξένη γλώσσα», αλλά ένα απολύτως χρήσιμο εργαλείο για την επιβίωση και την προκοπή στο σημερινό διεθνές περιβάλλον σπουδών και εργασίας όπως διαμορφώθηκε μετά την ψηφιακή επανάσταση που ξεκίνησε γύρω στο 1980. Σημαντικός παράγων για ένα σύγχρονο και παραγωγικό σχολείο είναι οι δάσκαλοι. Απολύτως απαραίτητο, λοιπόν, είναι οι σχολές που σπουδάζουν οι δάσκαλοι, οι παιδαγωγοί και οι ειδικοί της εκπαίδευσης να είναι σοβαρές, αυστηρές και απαιτητικές σχολές ώστε τα σημερινά ελληνόπουλα να έχουν άριστους δασκάλους και φωτισμένους παιδαγωγούς. Δασκάλους και παιδαγωγούς με αγάπη και ενθουσιασμό για τη δουλειά τους και με αφοσίωση σε αυτήν. Δασκάλους και παιδαγωγούς που να εμπνέουν και να αποτελούν πρότυπα για τους μαθητές τους. Δεν θα πρέπει, πλέον, να εφησυχάζουμε και να συμβιβαζόμαστε με μια κατάσταση που στα δώδεκα (12) χρόνια της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης – ένα πολύ μακρύ κομμάτι της ζωής των ανθρώπων – παράγεται ένα δυσανάλογα μικρό, μέτριο, ακόμα και απαράδεκτα χαμηλό συνολικό αποτέλεσμα όπως προκύπτει από τις επιδόσεις των μαθητών στις “πανελλαδικές εξετάσεις”. Οι εξαιρέσεις των “πρωτευσάντων” και των “αριστούχων” θα υπάρχουν πάντα. Αυτό, όμως, που θα πρέπει να μας ενδιαφέρει είναι “ο κανόνας” και όχι οι εξαιρέσεις. Θα πρέπει, δηλαδή, να μας ενδιαφέρει ο μέσος όρος της ποιότητας και της απόδοσης των μαθητών μας, διότι αυτό θα καθορίσει το μέλλον των ίδιων των μαθητών και, κυρίως, το μέλλον της κοινωνίας και του έθνους μας.
Για την επιτυχία των παιδιών στο σχολείο έγραψα πριν μερικά χρόνια. Σήμερα θα ήθελα να τονίσω τη σημασία να καλλιεργήσουν τα σχολεία – παράλληλα με το καθαρώς εκπαιδευτικό έργο τους – και την αγάπη των παιδιών για τα βιβλία (αυτό που άλλοι ονομάζουν «φιλαναγνωσία»). Αγάπη για όλα τα βιβλία, αλλά κυρίως για τα λογοτεχνικά βιβλία. Πιστεύω ότι το σχολείο, όπως και η οικογένεια των παιδιών, δεν θα έχουν επιτύχει στη μορφωτική τους αποστολή αν δεν τονίζουν, δεν ενισχύουν, και δεν καλλιεργούν στη διάρκεια των δώδεκα (12) ετών της εκπαίδευσης την αγάπη για τα βιβλία. Κάθε σχολείο θα πρέπει να έχει τη δική του δανειστική βιβλιοθήκη, ή να συνεργάζεται με άλλη δανειστική βιβλιοθήκη στην κοινότητα. Θα πρέπει, επίσης, να δίνεται από το σχολείο στους μαθητές κατάλογος με τα σπουδαιότερα βιβλία της Ελληνικής και της διεθνούς λογοτεχνίας, και να επιβραβεύονται οι μαθητές που διάβασαν πολλά βιβλία και μπόρεσαν να γράψουν μια περιληπτική έκθεση για κάθε βιβλίο που διάβασαν. Δείτε παρακάτω γιατί είναι σημαντική η ανάγνωση λογοτεχνικών βιβλίων, όπως τονίζεται σε ένα από τα πολλά σχετικά άρθρα στο διαδίκτυο με τίτλο “10 οφέλη της ανάγνωσης: γιατί θα πρέπει να διαβάζετε κάθε μέρα”.
1. Πνευματική διέγερση του μυαλού.
2. Καλή συνήθεια για τη μείωση του stress.
3. Απόκτηση και βελτίωση των γνώσεων.
4. Επέκταση του λεξιλογίου.
5. Βελτίωση της μνήμης.
6. Ισχυρότερες δεξιότητες αναλυτικής σκέψης.
7. Βελτίωση της ικανότητας για εστίαση και συγκέντρωση.
8. Βελτίωση των συγγραφικών δεξιοτήτων.
9. Ηρεμία.
10. Δωρεάν πηγή ψυχαγωγίας.
Στο Παιδοκαρδιολογικό Ιατρείο μου, η λειτουργία του οποίου συμπλήρωσε φέτος τριάντα (30) χρόνια, πριν αποχαιρετήσω στο τέλος της καρδιολογικής εξέτασης τα παιδιά φροντίζω πάντα να τους λέω: «Θέλω να αγαπάς το σχολείο και τα βιβλία!». «Μα είναι αυτό μια ιατρική συμβουλή;», θα μου πείτε. Ιατρικές συμβουλές (σχετικές με το σωστό βάρος, τη σωστή διατροφή, την ανάγκη για άσκηση και ζωή κοντά στη φύση, και την αποφυγή του καπνίσματος) τους δίνω πάντα γραπτώς στο τέλος της εξέτασης. Τους δίνω τις ίδιες πάντα συμβουλές, ασχέτως του είδους του καρδιακού τους προβλήματος. Νιώθω, ωστόσο, ότι μέρος της αποστολής μου ως ιατρού είναι να τους τονίσω με τον τρόπο μου και τη σημασία που έχουν για τη ζωή τους και το μέλλον τους το σχολείο και τα βιβλία.
11 Σεπτεμβρίου 2022
Ακολουθήστε μας στο facebook (επαγγελματική σελίδα)
Ακολουθήστε μας στο facebook (προσωπική σελίδα)